Παράδειγμα πρώτο. Ενας πολίτης έχει ανεγείρει ένα αυθαίρετο δώμα. Το «νομιμοποιεί» εντάσσοντάς το στη σχετική ρύθμιση. Κατόπιν ζητεί να εκδώσει οικοδομική άδεια για να πραγματοποιήσει εργασίες στο δώμα. Ενας εκ των συνιδιοκτητών κάνει καταγγελία στον αυθαιρετούχο και από την αυτοψία της πολεοδομίας προκύπτει ότι έχουν «δηλωθεί» ψεύτικα στοιχεία κατά τη νομιμοποίηση του αυθαιρέτου. Ομως ο υπάλληλος της πολεοδομίας δεν μπορεί να ανακαλέσει τη «νομιμοποίηση», καθώς αυτή... δεν έχει εκδοθεί από την πολεοδομία, αλλά από το ΤΕΕ, με την εξουσιοδότηση του ΥΠΕΚΑ.
Παράδειγμα δεύτερο. Κάτοχος παλαιού αυθαιρέτου μπορεί, κατά το νόμο, να υποβάλει ένσταση στην αυτοψία που πραγματοποίησε ο υπάλληλος της πολεοδομίας. Η ένσταση εξεταζόταν από μια επιτροπή κρίσης ενστάσεων, που στις μεγάλες πολεοδομίες συνεδρίαζε κάθε εβδομάδα. Αν η αίτηση απορριφθεί, τότε πρέπει να επιβληθεί πρόστιμο στον αυθαιρετούχο και να γίνει αναφορά αξιόποινης πράξης στον εισαγγελέα. Σήμερα η αρμοδιότητα της επιτροπής περιήλθε στο ΣΥΠΟΘΑ (Συμβούλιο Αρχιτεκτονικών Θεμάτων και Αμφισβητήσεων). Το οποίο, αφού πέρασε από πολλά κύματα (και τροποποιήσεις ως προς τη σύνθεσή του), συνεδριάζει κάθε έναν ή ενάμιση μήνα και εξετάζει λιγότερες υποθέσεις. Ετσι η εξέταση των ενστάσεων καθυστερεί συχνά 1 ή 2 χρόνια. Και πολλά από τα αδικήματα τελικά παραγράφονται, μετά την παρέλευση πενταετίας. Ο δε υπάλληλος της πολεοδομίας, που συνέταξε την έκθεση αυτοψίας, είναι έκθετος απέναντι στον εισαγγελέα.
Παράδειγμα τρίτο. Τι γίνεται αν ένας υπάλληλος πολεοδομίας μηνυθεί από έναν πολίτη που θεωρεί λ.χ. ότι αδικήθηκε από την αυτοψία του αυθαιρέτου του; Ο υπάλληλος πρέπει κατ’ αρχάς να βρει δικηγόρο ιδίοις εξόδοις. Κατόπιν θα τεθεί σε αργία και αργομισθία μέχρι να εκδικαστεί η υπόθεση και, παράλληλα, δεν θα μπορεί να συνταξιοδοτηθεί μέχρι να λυθεί η εκκρεμότητα. Μόνο που η υπόθεση μπορεί να πηγαίνει από αναβολή σε αναβολή και από έτος σε έτος.
Αυτά είναι ελάχιστα από τα εκατοντάδες ζητήματα που απασχολούν τα τελευταία χρόνια τις πολεοδομίες σε όλη τη χώρα. Οπως υποστηρίζουν οι εργαζόμενοι σε αυτές, η πλειονότητα των τροποποιήσεων της πολεοδομικής νομοθεσίας από το 2010 έως σήμερα είναι ατελείς και δημιουργούν πλήθος προβλημάτων με τις ασάφειες και τα λάθη τους. Επιπλέον, ο μεγάλος αριθμός των αλλαγών δημιουργεί προβλήματα όχι μόνο στους υπαλλήλους, αλλά και στην αγορά, που καλείται να προσαρμοστεί σε μια ολοένα και πιο περίπλοκη νομοθεσία.
«Τα προβλήματα είναι δυστυχώς αρκετά», λέει στην «Κ» ο κ. Γιάννης Γαβριλάκης, διευθυντής της πολεοδομίας Ελληνικού-Αργυρουπόλεως (τέως Νοτίου Τομέα, που εξυπηρετεί και τις περιοχές Αλίμου, Παλαιού Φαλήρου, Αγίου Δημητρίου και Νέας Σμύρνης). «Τον Γενικό Οικοδομικό Κανονισμό του 1985 τον είχαν συντάξει τα πιο “βαριά” ονόματα της εποχής. Στο Νέο Οικοδομικό Κανονισμό (σ.σ. θεσπίστηκε το 2012) κάθε άρθρο έχει και ένα πρόβλημα. Επιπλέον η αντιμετώπιση των προβλημάτων αυτών έχει γίνει δυσκολότερη γιατί η παλαιά, έμπειρη γενιά των υπαλλήλων έχει πια φύγει, οι πολεοδομίες είναι κατά κανόνα υποστελεχωμένες και δεν υπάρχει κανείς να “μεταγγίσει” τη γνώση στους νεότερους». Κατά κοινή ομολογία των εργαζομένων στις πολεοδομίες, αυτό που «σώζει» την κατάσταση είναι... η κρίση. «Αν είχαμε να εκδώσουμε τις άδειες του 2005, θα αντιμετωπίζαμε σοβαρό πρόβλημα», λέει στέλεχος της πολεοδομίας Νέας Ιωνίας (τέως Βορείου Τομέα, που εξυπηρετεί πλήθος δήμων της περιοχής).
Γραφειοκρατία
«Το μόνο που δεν έγινε με αυτές τις ρυθμίσεις ήταν να καταπολεμηθεί η γραφειοκρατία. Απλώς δόθηκαν αρμοδιότητες των πολεοδομιών σε ιδιώτες και έτσι ο χρόνος που χρειάζεται ένας φάκελος για να ολοκληρωθεί και η ευθύνη δεν “χρεώνεται” σε εμάς αλλά στον ιδιώτη μηχανικό».
Δεν είναι λίγοι αυτοί που πιστεύουν ότι η μεταβίβαση των πολεοδομιών στους δήμους με τον «Καλλικράτη» ήταν λανθασμένη. «Με τη σημερινή δομή, αν έχουμε μία απορία πρέπει να απευθυνθούμε στην Αποκεντρωμένη Διοίκηση, η οποία συνήθως δεν γνωρίζει να μας απαντήσει και καθυστερεί αρκετούς μήνες. Αν στείλουμε ένα ερώτημα απευθείας στο υπουργείο Περιβάλλοντος, μας το επιστρέφουν. Ετσι όμως ο πολίτης δεν εξυπηρετείται και η πολεοδομία “αποκόπτεται”».
Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΛΙΑΛΙΟΥ
Πηγή: Η Καθημερινή