Χρειάστηκε να περάσουν περισσότερα από 25 χρόνια επαφής με τη γραφειοκρατία του Δημοσίου, να συγκεντρωθούν πάνω από 3.000 υπογραφές αρμόδιων υπηρεσιακών παραγόντων, 600 αδειοδοτήσεις από διάφορες υπηρεσίες του κράτους, να εμπλακούν πάνω από 80 μικρές και μεγαλύτερες μελετητικές εταιρείες, να διεξαχθούν πάνω από 60 δίκες και να εκδοθούν περί τις 65 αποφάσεις νομαρχιακών και δημοτικών συμβουλίων, μέχρι η επένδυση να γίνει τελικά πραγματικότητα. Ο λόγος, για το τουριστικό θέρετρο «Costa Navarino» στη Μεσσηνία, επένδυση ύψους 1,2 δισ. ευρώ, σήμερα έναν από τους 20 δημοφιλέστερους προορισμούς στην Ευρώπη.
Ποιος ξέρει σε πόσες άλλες περιπτώσεις το επενδυτικό ενδιαφέρον ξεφούσκωσε στη διαδρομή, πόσα αντίστοιχα ή και πολύ μικρότερα σχέδια πετάχτηκαν τελικά στα σκουπίδια, με τους ξένους ή ντόπιους επιχειρηματίες αποθαρρυμένους από τον δαίδαλο της ελληνικής γραφειοκρατίας. Στην περίπτωση μεταβίβασης δύο ιδιωτικών νησίδων στον Κορινθιακό, όπου ξένοι επενδυτές επιθυμούσαν να εγκαταστήσουν μονάδα ιαματικού τουρισμού, χρειάστηκε η μεσολάβηση του Συνηγόρου του Πολίτη προκειμένου να ξεμπλοκάρουν τα κρατικά γρανάζια. Τρία χρόνια έκαναν να συγκεντρώσουν τα «χαρτιά» από τα υπουργεία και όταν τελικά υπογράφηκε η σχετική υπουργική απόφαση (2010), ο προβληματισμός των αγοραστών ήταν έκδηλος. Τι άλλες εκπλήξεις θα τους περίμεναν έως την τελική υλοποίηση του έργου; (Η επένδυση δεν έχει προχωρήσει.)
Στο -υποτίθεται- φλέγον θέμα της ανάπτυξης, το πνεύμα είναι πρόθυμο, όμως η σαρξ, ήτοι το σύστημα αδειοδότησης νέων επιχειρήσεων, ασθενεί. Χωρίς ολοκληρωμένη στρατηγική προσέγγιση, με γραφειοκρατική και περιπτ-ωσιολογική αντιμετώπιση και χωρίς σαφή πρότυπα, αφήνει περιθώρια για αδικαιολόγητες καθυστερήσεις, αυθαίρετες ερμηνείες και διαφθορά. «Σε ό,τι αφορά το θεσμικό πλαίσιο, υπάρχει τεράστιος αριθμός θεσμικών κειμένων και πληθώρα παρωχημένων διατάξεων που δεν ακολουθούν τις τεχνολογικές εξελίξεις ή τις σύγχρονες απαιτήσεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι για εξορυκτικές δραστηριότητες ισχύουν διατάξεις από τη δεκαετία του ’70!», λέει στην «Κ» ο βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας Λευτέρης Αυγενάκης, ο οποίος τα τελευταία χρόνια πραγματοποιεί έρευνα για τις παθογένειες της δημόσιας διοίκησης. Οπως αναφέρει, για πλήθος δραστηριοτήτων δεν υπάρχει θεσμικό πλαίσιο ή δεν έχει εκδοθεί δευτερογενής νομοθεσία (τα προεδρικά διατάγματα και οι υπουργικές αποφάσεις που απαιτούνται για να τεθεί σε εφαρμογή ένας νόμος). Ετσι, για παράδειγμα, όσοι θέλουν να επενδύσουν σε επιχειρήσεις θαλάσσιων σπορ, χώρους στάθμευσης βαρέων οχημάτων, περιηγήσεις εκτός δρόμου με ειδικά οχήματα, αγροτουριστικές ή οινοτουριστικές επιχειρήσεις, θα πρέπει να κινηθούν περίπου στα τυφλά.
Μέχρι χθες, τα δικαιολογητικά που απαιτούνταν για την αδειοδότηση μιας εμπορικής επιχείρησης ξεπερνούσαν τα είκοσι. Μάλιστα, ο αριθμός δεν άλλαζε είτε επρόκειτο για τυροπιτάδικο είτε για βιομηχανία υψηλής όχλησης. Ο νέος νόμος που ψηφίστηκε πρόσφατα (4262/2014) για την απλούστευση των συγκεκριμένων διαδικασιών χαιρετίστηκε ως πραγματική μεταρρύθμιση στον χώρο της επιχειρηματικότητας. Ωστόσο, δεν είναι μόνο ότι για να εφαρμοστεί απαιτείται η έκδοση τουλάχιστον 25 υπουργικών αποφάσεων και προεδρικών διαταγμάτων, είναι και ότι θα χρειαστεί να υποστηριχθεί από τους κρατικούς λειτουργούς. Χαρακτηριστικό ήταν το «πείραμα» που πραγματοποίησε ο κ. Αυγενάκης ζητώντας από τα αρμόδια υπουργεία αναλυτικά τα βήματα, τα δικαιολογητικά και τον χρόνο που απαιτείται για την έκδοση άδειας λειτουργίας μιας σειράς επενδύσεων, από μια ξενοδοχειακή επιχείρηση 5 αστέρων και μια βιοτεχνία σαπουνιού μέχρι ένα μίνι μάρκετ και μια αγροτική αποθήκη. «Οι απαντήσεις που λάβαμε δεν ήταν καθόλου κατατοπιστικές», λέει ο ίδιος. «Η αδυναμία αυτή, ως προς τον υπολογισμό του απαιτούμενου χρόνου, και οι πολυάριθμες διαδικασίες που είναι αναγκαίες για την έκδοση άδειας εγκατάστασης και λειτουργίας μιας επιχείρησης καταδεικνύουν τη δομική αδυναμία της διοίκησης να υπολογίσει το διοικητικό κόστος μιας επένδυσης συγκεκριμένης κατηγορίας και την αύξηση του κόστους ευκαιρίας (σ.σ.: προκύπτει από τη μη τήρηση των θεσμικών χρονοδιαγραμμάτων) που αυτή συνεπάγεται». Υπολογίζεται ότι το κόστος ευκαιρίας μόνο για την περιβαλλοντική αδειοδότηση ανέρχεται στο 15,9% του συνολικού κόστους της επένδυσης! Ο συνολικός χρόνος περιβαλλοντικής αδειοδότησης για ένα εργοστάσιο μηχανικής ανακύκλωσης απορριμμάτων υπολογίζεται σε 375 ημέρες...
Της ΛΙΝΑΣ ΓΙΑΝΝΑΡΟΥ
Πηγή: Η Καθημερινή