Επειτα από τη μεγάλη δημοσιονομική προσαρμογή η χώρα πρέπει να κινηθεί άμεσα και με στρατηγική για να μειώσει την ανεργία, γράφει σε άρθρο του ο κ. Νίκος Οικονομίδης. «Η στρατηγική είναι απλή» τονίζει ο καθηγητής Οικονομικών στο Stern School of Business. «Δανειζόμαστε 5 δισ. ετησίως, εκδίδοντας καινούργια ομόλογα και βάζουμε όλα τα λεφτά σε δημόσιες επενδύσεις. Ούτε ευρώ από αυτά στον γενικό προϋπολογισμό του κράτους. Με λίγη προσοχή, φτάνουμε σε 3-5% ανάπτυξη το 2015 και μεγαλύτερη το 2016. Και μέχρι το 2016, θα έχουμε δημιουργήσει 600.000 καινούργιες θέσεις εργασίας». Φθάνοντας στο φθινόπωρο του 5ου χρόνου της οικονομικής κρίσης, έχουμε καλά δημοσιονομικά νέα, συνεχίζοντας να δημιουργούμε πρωτογενές πλεόνασμα. Στα άλλα τρία μεγάλα οικονομικά προβλήματα (χρέος, μεταρρυθμίσεις, ανεργία) πάμε σημειωτόν. 1. Ανάγκη για χάραξη σοφής στρατηγικής και επιμονή στην εφαρμογή.
Μετά 4 χρόνια επίβλεψης, έχοντας πρωτογενές πλεόνασμα και δυνατότητα δανεισμού από τις χρηματαγορές, η Ελλάδα βρίσκεται σε πολύ καλύτερη διαπραγματευτική θέση από παλαιότερα. Δεν έχει όμως ακόμα εμπεριστατωμένη στρατηγική και βρίσκεται ακόμη εθισμένη στην ποσοτική διαπραγμάτευση.
Χρειάζεται να θέσουμε στόχους, να δημιουργήσουμε στρατηγική, και πάνω απ’ όλα να επιμείνουμε στην ολοκλήρωσή της. Το διακύβευμα για την Ελλάδα είναι τεράστιο.
Εχουμε πραγματικά τη δυνατότητα να βγούμε για τα καλά από την οικονομική κρίση σε 15 μήνες. Αποτυχία θα ήταν ιδιαίτερα καταστροφική για την Ελλάδα και θα δημιουργούσε μια πολιτική και οικονομική κρίση σαν του Μαΐου του 2012. Οπως έχω ξαναγράψει στην «Καθημερινή» στην αρχή του 2014, στη σημερινή φάση έχουμε επιλογές και χρειάζεται ιδιαίτερη σοφία στη δημιουργία στρατηγικής, επιμονή στην εφαρμογή της και αξιοπιστία.
2. Οικονομικό πρόγραμμα και στρατηγική Πρώτο και βασικό. Ολοι συμφωνούν, θέλουμε ανάπτυξη. Μακροχρόνια θα δημιουργηθεί από το νοικοκύρεμα της οικονομίας μας με τις διαρθρωτικές αλλαγές. Αλλά βραχυχρόνια πώς; Μέσω δημοσίων επενδύσεων! Μπορούμε πια να δανειζόμαστε από τις διεθνείς χρηματαγορές εκδίδοντας καινούργια ομόλογα. Πρέπει να βάζουμε όλα τα χρήματα (5 δισ. ετησίως) από τα καινούργια ομόλογα στις δημόσιες επενδύσεις. Ούτε ένα ευρώ από αυτά δεν πρέπει να χαθεί και να ταφεί στον γενικό προϋπολογισμό! Μέσω αυτών των επενδύσεων να δημιουργήσουμε καινούργιες θέσεις εργασίας και εισόδημα και ανάκαμψη. Και ασφαλώς με την ώθηση των δημοσίων επενδύσεων και οι ιδιώτες επενδυτές που περιμένουν να αγοράσουν «Ελλάδα» φθηνότερα, τώρα θα πιεστούν να κάνουν επενδύσεις στην Ελλάδα φοβούμενοι ότι, αν δεν μπουν τώρα, θα πληρώσουν ακριβότερα στο μέλλον. Δημόσιες επενδύσεις 5 δισ. ετησίως (3% του ΑΕΠ) και 1-2% του ΑΕΠ ιδιωτικές επενδύσεις θα απογειώσουν πραγματικά την ελληνική οικονομία. Να πείσουμε την τρόικα να εξαιρεθούν από τους δημοσιονομικούς περιορισμούς οι δημόσιες επενδύσεις που μέσω του προϊόντος που παράγουν μειώνουν αντί για να αυξάνουν το ποσοστό χρέους/ΑΕΠ. Για εκείνους που αφελώς ρωτούν γιατί να δανειστούμε από τις αγορές με 3-5% και να μη δανειστούμε από τους Ευρωπαίους με 2%, να υπενθυμίσω ότι δεν μας δίνουν οι Ευρωπαίοι και το ΔΝΤ όσα χρήματα θέλουμε.
Δεύτερον, να θέσουμε σαν καίριο στόχο να μειωθεί η ανεργία από το 27% σε 13-15% μέσα σε δύο χρόνια μέσω δημιουργίας θέσεων εργασίας από το πρόγραμμα επενδύσεων. Να πείσουμε την τρόικα ότι αυτός ο στόχος μας είναι καίριος.
Υστερα από τη βαθιά δημοσιονομική προσαρμογή, πρέπει να φροντίσουμε άμεσα για τον περιορισμό της ανεργίας. Να πραγματοποιηθεί όμως ο στόχος μέσω επενδύσεων που θα δημιουργήσουν θέσεις εργασίας και όχι σαν «πρόγραμμα απασχόλησης» που προτείνουν κάποιοι που απλώς θα επιδοτεί τους ανέργους και θα τους μετονομάζει «εργαζόμενους».
Τρίτον, να επιμείνουμε στις μεταρρυθμίσεις. Η δήλωση του υπουργού Οικονομικών στους New York Times «η Ελλάδα έχει κάνει τις περισσότερες μεταρρυθμίσεις» είναι ατυχής. Ολοι ξέρουμε ότι μόνο λίγες έχουμε κάνει και πολλές περιμένουν να γίνουν, ανάμεσά τους και οι μειώσεις των φορολογικών συντελεστών, η μείωση της γραφειοκρατίας, η αύξηση της αποτελεσματικότητας στο Δημόσιο, η αξιολόγηση δημοσίων υπάλληλων και η μείωση του δημόσιου τομέα. Να πούμε «ναι» στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, να πειστούμε ότι θέλουμε να τις κάνουμε ακόμα κι αν δεν είχαμε την τρόικα να μας τις υπενθυμίζει. Αυτό ασφαλώς χρειάζεται πολιτική επιλογή και στήριξη. Είναι απαραίτητο να πειστούν οι πολίτες ότι οι μεταρρυθμίσεις είναι σημαντικότατες για τη μακροχρόνια ευημερία της Ελλάδος. Μπορεί κάποιοι να χάσουν μερικά προνόμια αλλά το κοινωνικό σύνολο θα κερδίσει πολλά και μακροχρόνια. Και ασφαλώς χρειάζεται ιεράρχηση των μεταρρυθμίσεων και στην ουσία και στη χρονική εφαρμογή.
Τέταρτον, να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά το μεγάλο δημόσιο χρέος που μας συσσώρευσαν δεκαετίες διαφθοράς, λαϊκισμού, επιπολαιότητας και αδράνειας. Βρισκόμαστε στην καλή θέση να έχουμε πολύ μικρούς τόκους (κάτω από 2%) στο πιο μεγάλο μέρος του χρέους που διακρατεί ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Στήριξης και οι Ευρωπαίοι εταίροι, και επιπλέον αυτοί οι δανειστές να μας αφήνουν να καθυστερούμε τις πληρωμές τόκων για πολλά χρόνια. Επίσης είμαστε τυχεροί που βρισκόμαστε στα χαμηλότερα επιτόκια 50ετίας διεθνώς, που όμως είναι πιθανό να ανέβουν λόγω αλλαγής πολιτικής της Fed σύντομα, ίσως και πριν από το τέλος του έτους.
Το ελληνικό χρέος είναι μεγάλο σαν ποσοστό του ΑΕΠ και μερικοί φοβούνται ότι κάποτε στο μέλλον δεν θα μπορεί να εξυπηρετείται. Το πρόβλημα λύνεται με ανάπτυξη, αυξάνοντας το ΑΕΠ όπως προτείνω πιο πάνω και μειώνοντας το ποσοστό του χρέους προς ΑΕΠ. Και για να είμαστε βέβαιοι ότι και στο μέλλον θα μπορούμε να εξυπηρετούμε το χρέος, πρέπει να ζητήσουμε άμεσα από τους Ευρωπαίους εταίρους μας τα παρόντα χαμηλά κυμαινόμενα επιτόκια να γίνουν σταθερά παραμένοντας χαμηλά. Και τελικά να ζητήσουμε απομείωση της τωρινής καθαρής αξίας του χρέους κατά 50% μετακυλίοντας τη λήξη του στα 75 χρόνια. Το ελληνικό χρέος θα μείνει το ίδιο σαν αριθμός ευρώ, αλλά η καθαρή παρούσα αξία του θα μειωθεί κατά 50%. Αυτή η αλλαγή δεν θα βλάψει τους Ευρωπαίους δανειστές άλλα θα δώσει τη δυνατότητα στην Ελλάδα των παιδιών και των εγγονιών μας να αποπληρώσουν ένα πολύ μικρότερο χρέος. Για εκείνους που λένε ότι δήθεν η επιμήκυνση του χρέους επιβαρύνει τα παιδιά και τα εγγόνια μας, θα υπογραμμίσω ότι δυστυχώς η παρούσα γενιά έχει ήδη (πριν από το 2010) καταναλώσει τα χρήματα και των παιδιών και των εγγονιών της. Η επιμήκυνση της αποπληρωμής του χρέους δεν προσθέτει κανένα καινούργιο βάρος στις επόμενες γενεές, ενώ αντίθετα μειώνει τα βάρη τους. Εκείνοι βέβαια που λένε ότι πρέπει η Ελλάδα να μην πληρώσει τα χρέη της προς τις φίλες χώρες εκβιάζοντάς τες, βρίσκονται εντελώς εκτός πραγματικότητας. Μια τέτοια κίνηση θα οδηγούσε στην έξοδο από το ευρώ, την κατάρρευση των τραπεζών, υπερπληθωρισμό, και συρρίκνωση των εισοδημάτων στα επίπεδα του 1950. 3. Οι σχέσεις μας με την τρόικα
Η τρόικα ήρθε στην Ελλάδα για να επιβλέψει τη δημοσιονομική προσαρμογή της Ελλάδας όταν ξαφνικά ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Στήριξης, οι Ευρωπαίοι εταίροι, και το ΔΝΤ έγιναν οι κύριοι δανειστές της Ελλάδας. Δεύτερος στόχος της ήταν οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.
Το μακροοικονομικό μοντέλο της τρόικας (δηλ. του ΔΝΤ) έπεσε επανειλημμένως πολύ έξω στις προβλέψεις (όπως έχει παραδεχτεί και το ΔΝΤ). Απ’ την άλλη μεριά, η Ελλάδα ποτέ δεν κατέβηκε στις διαπραγματεύσεις με δικό της μακροοικονομικό μοντέλο ούτε με στόχους ποιοτικά διαφορετικούς από της τρόικας. Δηλαδή, οι διαπραγματεύσεις της Ελλάδας με την τρόικα ήταν ποσοτικές και όχι ποιοτικές, με την Ελλάδα να προσπαθεί να πάρει «έκπτωση» 20% στα προτεινόμενα από την τρόικα. Οι συχνές επισκέψεις της, οι πολλές μικρές δόσεις των δανείων και η αδράνεια του κρατικού μηχανισμού επισκίασαν την ουσία και τους στόχους του προγράμματος. Επιπλέον, το πιπίλισμα του ψευτοδιλήμματος μνημόνιο-αντιμνημόνιο χωρίς πραγματική αντίληψη του περιεχομένου των Μνημονίων στέρησε από τον ελληνικό λαό τη δυνατότητα να πάρει στα σοβαρά μέρος στη συζήτηση για το μέλλον της ελληνικής οικονομίας.
4. Τι πρέπει να ζητήσουμε από την τρόικα Πρώτα, να αρχίσει άμεσα η συζήτηση για την επιμήκυνση της λήξης του χρέους και τη σταθεροποίηση των επιτοκίων. Η επιμήκυνση δεν βλάπτει τους Ευρωπαίους και συμφέρει την Ελλάδα. Δεν υπάρχει κανένας ουσιαστικός λόγος να μη γίνει τώρα και να μην τελειώσει αυτό το ζήτημα άμεσα.
Δεύτερον, να ζητήσουμε από την τρόικα να εξαιρέσει από δημοσιονομικούς περιορισμούς τις δημόσιες επενδύσεις έως 5 δισ. με χρήματα από καινούργιες εκδόσεις ομολόγων που θα μπαίνουν μόνο στις δημόσιες επενδύσεις.
Τρίτον, πρέπει η Ελλάδα να πει ξεκάθαρα στην τρόικα ότι δεν χρειαζόμαστε άλλα χρήματα και καινούργιο πρόγραμμα, έχοντας ήδη δημιουργήσει πρωτογενές πλεόνασμα. Στα συνολικά νούμερα, η δημοσιονομική προσαρμογή έληξε, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν μπορούμε να κάνουμε αλλαγές περιορίζοντας τη φοροδιαφυγή, και κάνοντας το Δημόσιο πιο αποτελεσματικό και μικρότερο.
Τέταρτον, πρέπει η Ελλάδα να πει στην τρόικα ότι θέλει να κάνει και θα κάνει τις διαρθρωτικές αλλαγές. Την αναγκαία ιεράρχηση σε αυτές πρέπει να την προτείνει η κυβέρνηση. Οι ποσοτικές διαπραγματεύσεις σε αυτό (π.χ. κάναμε 80% των αλλαγών) μόνο γέλια προκαλούν και πρέπει επί τέλους να σταματήσουν.
Πέμπτον, πρέπει πια να σταματήσει η διαπραγμάτευση στις λεπτομέρειες (π.χ. αν θα έχουμε 50 δόσεις ή όχι), παρότι βολεύει την κυβέρνηση δίνοντάς της άλλοθι (η τρόικα το επέβαλε και εμείς καταφέραμε να έχουμε 50 δόσεις όταν η τρόικα ήθελε 40) και οι μέσης θέσης γραφειοκράτες του ΔΝΤ και των Βρυξελλών που κάνουν τη διαπραγμάτευση ζουν για τις λεπτομέρειες. Ομως αυτή η λεπτομερειακή δημόσια διαπραγμάτευση βλάπτει την Ελλάδα γιατί δεν εστιάζεται στα σημαντικά θέματα.
5. Το τέλος της τρόικας, η πιθανή αποχώρηση του ΔΝΤ και η ανάπτυξη. Κύκλοι του ΔΝΤ άλλα και της Ελλάδας θέλουν να απαγκιστρωθεί το ΔΝΤ από την Ελλάδα. Αυτό θα βόλευε πολιτικά το ΔΝΤ γιατί τώρα δίνει χρήματα στην Ελλάδα αντί για φτωχότερες χώρες με ίσως μεγαλύτερες ανάγκες. Θα βόλευε πολιτικά και την κυβέρνηση που ελπίζει ότι έξοδος του ΔΝΤ θα σήμαινε και έξοδο της τρόικας και των συχνών ελέγχων της. Αλλά κατά πασά πιθανότητα οι Ευρωπαίοι θα συνεχίσουν να ελέγχουν την ελληνική οικονομία, ελπίζοντας ότι θα αποπληρωθούν τα δάνειά τους, δηλαδή οι επισκέψεις ελέγχου δεν θα εκλείψουν μετά τον θάνατο της τρόικας.
Υπάρχουν δύο μεγάλα προβλήματα σχετιζόμενα με την πιθανή έξοδο του ΔΝΤ από την Ελλάδα. Πρώτον, το ΔΝΤ έχει ήδη δώσει 16 δισ. στην Ελλάδα και σύμφωνα με τους κανόνες του πρέπει το ελληνικό χρέος να παραμένει «βιώσιμο», αλλιώς το ΔΝΤ πρέπει να απαιτήσει πάραυτα αποπληρωμή. Αυτό σημαίνει ότι το ΔΝΤ θα εφαρμόσει έλεγχο τύπου τρόικας ακόμα κι αν δεν δώσει ούτε ένα επιπλέον ευρώ. Ετσι, δεν είναι απίθανο με τον θάνατο της τρόικας να τη διαδεχθούν δύο διαφορετικοί έλεγχοι, ένας από το ΔΝΤ και ένας από τους Ευρωπαίους!
Δεύτερον, στο πρόγραμμα διάσωσης, το ΔΝΤ έχει προγραμματίσει να δώσει 12 δισ. στην Ελλάδα το 2015-16. Αυτά τα χρήματα είναι υπολογισμένα στους προϋπολογισμούς χρέους και η έλλειψή τους πρέπει κάπως να καλυφτεί. Κάποτε υπήρχαν σκέψεις να χρησιμοποιηθούν τα εναπομείναντα 11 δισ. του ΤΧΣ (από την τραπεζική ανακεφαλαιοποίηση) γι’ αυτό τον σκοπό, αλλά τώρα φαίνεται ότι μάλλον θα δοθούν στις τράπεζες για τη μερική κάλυψη των «κόκκινων» δάνειων που φτάνουν τα 80 δισ.
Υπάρχουν σκέψεις να εκδώσει η Ελλάδα νέα ομόλογα 12 δισ. για να καλύψει τις ανάγκες που θα προκύψουν από την έξοδο του ΔΝΤ. Κατά τη δική μου γνώμη αυτό θα ήταν εντελώς προς τη λάθος κατεύθυνση. Ολα τα χρήματα από τα καινούργια ομολόγα πρέπει να μπουν στην ανάπτυξη. Δεν έχουμε την πολυτέλεια να τα χαραμίσουμε για να μην πάρουμε λεφτά από το ΔΝΤ, τα οποία μας έχει ήδη υποσχεθεί από χρόνια! Να το πω απλά. Μπορούμε να πάρουμε χρήματα από τις αγορές; Τα βάζουμε στην ανάπτυξη. Και τα 12 δισ. που χρειαζόμαστε αν φύγει το ΔΝΤ; Μα τι πραγματικά θα κερδίσουμε αν φύγει το ΔΝΤ; Αφού θα μας στέλνει ελεγκτές ούτως ή άλλως για να είναι βέβαιο ότι το χρέος μας είναι βιώσιμο. Δηλαδή, δεν κερδίζουμε σχεδόν τίποτα από την έξοδο του ΔΝΤ, αλλά χάνουμε τη μοναδική δυνατότητα που έχουμε να χρηματοδοτήσουμε την ανάπτυξή μας και την έξοδο από την ύφεση εκδίδοντας καινούργια ομολόγα.
6. Συμπέρασμα. Κλείνοντας, να υπογραμμίσω το σημαντικότερο σημείο του άρθρου. Η στρατηγική που μας οδηγεί γρήγορα και σίγουρα στην ταχύρρυθμη ανάπτυξη και στη μείωση της ανεργίας είναι απλή. Δανειζόμαστε 5 δισ. ετησίως, εκδίδοντας καινούργια ομόλογα και βάζουμε όλα τα λεφτά σε δημόσιες επενδύσεις. Ούτε ευρώ από αυτά στον γενικό προϋπολογισμό του κράτους, και δεν τα χαραμίζουμε για να «πληρώσουμε» το ΔΝΤ που όπως εξήγησα ούτως ή άλλως θα μας στέλνει ελεγκτές. Με λίγη προσοχή, φτάνουμε σε 3-5% ανάπτυξη το 2015 και μεγαλύτερη το 2016. Και μέχρι το 2016, θα έχουμε δημιουργήσει 600.000 καινούργιες θέσεις εργασίας. Απ’ την άλλη μεριά, χωρίς την επιμονή στις μεταρρυθμίσεις και χωρίς το συγκεκριμένο πρόγραμμα ταχείας ανάπτυξης, εύκολα θα μείνουμε στο τέλμα της ύφεσης με τους τεράστιους κινδύνους πολιτικής αστάθειας και εθνικής κρίσεως.
Του ΝΙΚΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗ
Ο κ. Ν. Οικονομίδης είναι καθηγητής Οικονομικών στο Stern School of Business, New York University, και Haas School of Business, UC Berkeley .
Πηγή: Η Καθημερινή